Ένα μάθημα βασισμένο από άρθρο του τελευταίου κυβερνητικού εκπροσώπου της κυβέρνησης του κεφαλαίου, που αναλύει την κατάσταση στο 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ. Άλλωστε ΤΑ ΝΕΑ και οι εκδοτικοί όμιλοι είχαν κάθε συμφέρον να ξεμπερδεύουν με το ΚΚΕ και γι' αυτό πήραν αρκετή δουλειά της αντιΚΚΕ επίθεσης στην πλάτη τους.
Βλέπουμε λοιπόν τους συντηρητικούς που ήθελαν να υπάρχει επαναστατικό κόμμα με ψηλά τη σημαία του μαρξισμού-λενινισμού και τους ανανεωτικούς που πέταξαν τη σημαία σε χρόνο ρεκόρ θέλοντας κόμμα τσίρκο, με κέντρο βάρος τη σοσιαλδημοκρατία.
'Ετσι ήταν πάντα. Το επίκαιρο και το αναγκαίο να βαφτίζεται συντήρηση και το οπισθοδρομικό και το "μια από τα ίδια" να ονομάζεται ανανέωση. Συντηρητικός ο σοσιαλισμός και ανανέωση ο καπιταλισμός.
Και σήμερα συντηρητικό και εκτός πραγματικότητας η αποδέσμευση από την ΕΕ αλλά ανανεωτική η αριστερή πρόταση της διαχείρισης του καπιταλισμού και το "ναι σε όλα", σε ΕΕ και ΝΑΤΟ.
Σταθεροί ανανεωτές του συστήματος.
Ακολουθεί το άρθρο..
Μάχη συμβόλων και τακτικής
Του Παντελή Καψή
Αν πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων, όπως
πολλοί υποστηρίζουν, τότε το συνέδριο του ΚΚΕ θα είναι ασφαλώς ένα από τα πιο
πολιτικά συνέδρια που έχουν γίνει ποτέ στο τόπο μας. Για την ακρίβεια θα είναι
μια μάχη για τα σύμβολα.
Το «κόμμα», ο «μαρξισμός-λενινισμός», ο
«δημοκρατικός συγκεντρωτισμός», ο «προλεταριακός διεθνισμός», τα άγια των αγίων
εν ολίγοις του κομμουνιστικού κινήματος, έχουν ήδη επιστρατευτεί για να
χωρίσουν τα πρόβατα από τα ερίφια.
Πρόβατα και ερίφια λοιπόν. Γιατί βέβαια σ’ αυτό
το συνέδριο το ΚΚΕ προσέρχεται στην κυριολεξία διχασμένο από την βάση ως την
κορυφή. Η διαφωνία όμως δεν είναι πολιτική με την τρέχουσα έννοια του όρου,
αλλά ιδεολογική. Για πολλούς μάλιστα πρόκειται για μια αντιπαράθεση κουλτούρας,
νοοτροπίας, ακόμη και γενεών.
Στα πολιτικά ζητήματα, τη στάση για παράδειγμα
του κόμματος απέναντι στην κυβέρνηση, τις συνεργασίες που θα πρέπει να
επιδιώξει ακόμα και τις βασικές προγραμματικές του κατευθύνσεις, φαίνεται να
υπάρχει αντιθέτως ένα αρκετά ευρύ πεδίο συμφωνίας. Με τη σημαντική εξαίρεση δύο
θεμάτων: την ευρωπαϊκή πολιτική του κόμματος και τις σχέσεις του με τον
Συνασπισμό.
Οι συντηρητικοί
Τα δύο στρατόπεδα είναι λίγο πολύ γνωστά. Από τη
μια πλευρά η αποκαλούμενη συντηρητική πτέρυγα, που αποτελείται από όλα σχεδόν
τα στελέχη της παλαιάς φρουράς με επικεφαλής τον ίδιο τον κ. Χ. Φλωράκη αλλά
και ορισμένα νεότερα στελέχη που έχουν συνδεθεί με τον κομματικό μηχανισμό,
όπως ο κ. Δ.Γόντικας, ο κ. Κολοζώφ, η κ. Α. Παπαρήγα και βέβαια ο γραμματέας
της ΓΣΕΕ κ. Δ. Κωστόπουλος.
Στο επίκεντρο των θέσεών τους βρίσκεται η
αντίληψη ότι οι αλλαγές που θα αποφασιστούν στο συνέδριο δεν θα πρέπει να
αλλάξουν τον ταξικό χαρακτήρα του κόμματος – να προκαλέσουν μια διολίσθηση προς
τη σοσιαλδημοκρατία. Αναγνωρίζουν φυσικά την ανάγκη αλλαγών και προσαρμογών
στις ραγδαίες εξελίξεις της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας.
Την ίδια στιγμή όμως μένουν πιστοί στην παράδοση
της Τρίτης Διεθνούς, που θέλει τα κομμουνιστικά κόμματα να είναι κάτι το
ποιοτικά ξεχωριστό από τα άλλα «αστικά» κόμματα. Μια παράδοση που οι
φιλοσοφικές της ρίζες θα μπορούσαν να αναχθούν στις ιδεαλιστικές καταβολές του
Μαρξισμού. Μια παράδοση όμως που αποτέλεσε ταυτόχρονα το άλλοθι για την
κατασκευή της ολοκληρωτικής ιδεολογίας και των καθεστώτων του κομμουνισμού.
Οι ανανεωτικοί
Από την άλλη πλευρά βέβαια βρίσκεται η ανανεωτική
πτέρυγα, όλη σχεδόν η νέα γενιά του κόμματος, με πιο γνωστούς εκπροσώπους την
κ. Μ. Δαμανάκη και του κ. Μ.Ανδρουλάκη, Δ.Καραγκουλέ, Γ.Δραγασάκη, Π.Λαφαζάνη,
Γ.Παπαπέτρο, Α.Αλαβάνο, Θ.Καρτερό και Γ.Μαρούκη. Μαζί της και η μεγάλη
πλειοψηφία των μεσαίων στελεχών που σηκώνουν και την εκπροσώπηση του κόμματος
στους μαζικούς φορείς και την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Η αντίληψη που έχουν για την ανανέωση αλλά και τη
στάση τους απέναντι στα κομματικά ζητήματα, δεν είναι ενιαία. Ωστόσο η γενική
τους θέση θα μπορούσε ίσως να αποδοθεί με τον αφορισμό που είχε χρησιμοποιήσει
κάποτε ο κ. Φλωράκης για το ΠΑΣΟΚ: «Αλλαγές βλέπουμε, αλλαγή δεν βλέπουμε».
Στα πλαίσια αυτά θέλουν να απαλλαγεί το
κόμμα από μια σειρά ιδεολογικών σταθερών που έχουν χρωματιστεί αρνητικά στην
συνείδηση του κόσμου ύστερα, μάλιστα από τις εξελίξεις στις σοσιαλιστικές χώρες
– όλα αυτά τα στοιχεία που έχουν συνδεθεί με τον μαρξισμό λενινισμό.
Όμως η αντίληψή τους, έστω και αν για τακτικούς
λόγους δεν το παραδέχονται όλοι, πάει πολύ παραπέρα: πιστεύουν σε ένα κόμμα που
η ενότητα του δε θα στηρίζεται σε κάποια λίγο-πολύ επίσημη ιδεολογία, αλλά σε
κοινές προγραμματικές κατευθύνσεις. Με αυτή την έννοια θέλουν να ξεκόψουν με τη
παράδοση της Τρίτης Διεθνούς και να συνδεθούν με την παράδοση της
δυτικοευρωπαϊκής Αριστεράς – όπως κατ’ εξοχήν την εξέφρασε το ιταλικό Κ.Κ. Στο
τέλος αυτού του δρόμου βέβαια – όπως έγινες και στην Ιταλία – βρίσκεται ένα
καινούργιο μη κομμουνιστικό κόμμα της Αριστεράς.
Στην ανανεωτική πτέρυγα θα πρέπει να περιλάβει
κανείς και τον γ.γραμματέα του κόμματος Γ. Φαράκο, ο οποίος σε μια σειρά
ζητημάτων έχει ταχθεί υπέρ των ανανεωτικών στην Κεντρική Επιτροπή. Ο κ. Φαράκος
έχει ορισμένες πολύτιμες ιδιότητες που τον κάνουν ιδανικό υποψήφιο γραμματέα
των ανανεωτικών. Ανήκει κατ’ αρχάς στην παλαιά φρουρά κι έτσι επιτρέπει στους
ανανεωτικούς να ισχυριστούν ότι διασφαλίζουν όχι μόνο την ανανέωση αλλά και τη
συνέχεια του κόμματος. Παράλληλα, η υποψηφιότητα του αναβάλλει για το μέλλον
την επιλογή του πρώτου μεταξύ των ίσων στην νέα γενιά – μια επιλογή που θα
μπορούσε ενδεχομένως να αποδειχθεί τραυματική.
ΤΑ ΝΕΑ 19.02.1991