«...Οι άντρες βγάζανε στο πέρασμά τους τα καπέλα, οι γυναίκες τρέχανε και κουβαλούσανε λουλούδια κι όλοι ήταν θαρρείς σαν υπνωτισμένοι απάνω από τις σταγόνες το αίμα τους, που 'τρεχε κι έπηζε κι η γης δεν το έπινε και γινότανε αυλάκια... Μέσα στο χώρο της εκτέλεσης, οι εργάτες του δήμου κουβάλησαν από το δίπλα χωράφι με φτυάρια πολύ χώμα για να ρουφήξει το αίμα...». Λέει ο Θανάσης, για την Πρωτομαγιά του 1944, στο βιβλίο της Μέλπως Αξιώτη, «Πρωτομαγιές».
Συγκλονιστική η θυσία των 200 κομμουνιστών, από την Ακροναυπλία και την Ανάφη, που πλήρωσαν με τη ζωή τους το θάνατο του Γερμανού στρατηγού...
Κανείς δεν ήξερε, κανείς δε φανταζόταν, κανείς δεν μπορούσε να βγάλει σωστά το «λογαριασμό», πόσο κοστίζει σε ελληνικό αίμα ένας στρατηγός του Χίτλερ... Μέχρι, που βγήκε η διαταγή...
«Την 27.4.1944 κομμουνιστικαί συμμορίαι, παρά τους Μολάους, κατόπιν μίας εξ ενέδρας επιθέσεως, εδολοφόνησαν ανάνδρως ένα Γερμανό στρατηγό και τρεις συνοδούς του αξιωματικούς και ετραυμάτισαν πολλούς Γερμανούς στρατιώτες.
Εις αντίποινα θα εκτελεσθούν:
1. Ο τυφεκισμός 200 κομμουνιστών την 1η Μαΐου 1944.
2. Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών, τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάων προς Σπάρτην, έξωθι των χωρίων.
Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου, Ελληνες εθελονταί (σ.σ. ταγματασφαλίτες και λοιποί "πατριώτες") εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς.
Ο στρατιωτικός διοικητής Ελλάδος».
Και ήτανε μουντή, λένε, εκείνη η Πρωτομαγιά... Σαν να θρηνούσε ο ουρανός το θάνατο των 200 παλικαριών...
Ο δρόμος από το Χαϊδάρι μέχρι την Καισαριανή γέμισε ρούχα, σημειώματα, περηφάνια και πατριωτισμό. Κανείς δε λύγισε. Κανείς δε ζήτησε να του χαριστεί η ζωή. Μόνο εκδίκηση ζητούσαν και αγώνα για τη λευτεριά. Αλλωστε, η ζωή κατακτάται, δε χαρίζεται...
Στην πρώτη γραμμή ο Ναπολέων Σουκατζίδης, ο κομμουνιστής, ο οποίος μπορούσε να ζήσει και να πάει άλλος στο εκτελεστικό απόσπασμα στη θέση του, απέδειξε το μεγαλείο του, λέγοντας ΟΧΙ...
Τα σημειώματα γράφτηκαν με αίμα, πάνω σε κομμάτια από ύφασμα και ρίχτηκαν στο δρόμο. Παράκληση στους περαστικούς, να γίνουν αγγελιοφόροι θανάτου, στις οικογένειες των ηρώων...
«Καλύτερα να πεθαίνει κανείς στον αγώνα για τη λευτεριά, παρά να ζει σκλάβος» (Νίκος ΜΑΡΙΑΚΑΚΗΣ).
«Αγαπημένοι μου, ο θάνατός μου δε θα πρέπει να σας λυπήσει, αλλά να σας ατσαλώσει πιο πολύ για την πάλη που διεξάγετε. Σφίξτε τις καρδιές σας και βγείτε παλικάρια απ' τη νέα δοκιμασία. Ετσι θα μας τιμήσετε καλύτερα. Οταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά, δεν πεθαίνει ποτέ. Με πολλή αγάπη. Σας φιλώ Μήτσος ΡΕΜΠΟΥΤΣΙΚΑΣ».
«Φώτην Σουκατζίδην, Αρκαλοχώρι, Ηρακλείου, Κρήτης,
Πατερούλη,
Πάω για εκτέλεση, να 'σαι περήφανος για τον μονάκριβο γιο σου. Ν' αγαπάς και να λατρεύεις την κορούλα σου και την αδερφούλα μου, κι οι δυο μεγάλοι άνθρωποι.
Γεια, γεια πατερούλη. Ναπολέων ΣΟΥΚΑΤΖΙΔΗΣ».
Σημειώματα, ελπίδα για το μέλλον. Δεσμευτικά για τη συνέχιση του αγώνα μέχρι τη λευτεριά...
Δέκα φορτηγά χρειάστηκαν, να μεταφέρουν τους διακόσιους, στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Η είδηση για την εκτέλεση διαδόθηκε σαν αστραπή. Πλήθος κόσμου μαζεύτηκε κι έψαχνε αν είναι κάποιος δικός του στα καμιόνια του θανάτου.
Και έφτασαν στον τόπο της θυσίας. Ανά εικοσάδες γίνονταν οι εκτελέσεις. Δέκα φορές. Κι ο τοίχος της Καισαριανής κόκκινος. Το αίμα ζεστό κι υπάλληλοι του δήμου, να προσπαθούν να το μαζέψουν. Οι μελλοθάνατοι 'βαζαν τους νεκρούς στα φορτηγά. Πολλοί δεν πέθαναν αμέσως. Ξεψύχησαν στο δρόμο. Ηρωικές και οι τελευταίες τους λέξεις, «Ζήτω η λευτεριά. Εκδίκηση. Πεθαίνουμε για τη λευτεριά και τη λαοκρατία. Ζήτω το ΕΑΜ».
Κατάρες κι αναθέματα αντηχούσαν στην Καισαριανή. Θρήνος και οδυρμός ζωγράφιζαν εκείνη τη μέρα με τα πιο σκοτεινά χρώματα κι έγραφαν με το αίμα των 200 κομμουνιστών τις πιο περήφανες σελίδες της νεότερης ιστορίας.
Απομεσήμερο Δευτέρας, τέλειωσαν οι εκτελέσεις. Και οι 200. Μέχρι το βράδυ, λένε, τους είχαν θάψει όλους. Διακόσιοι τάφοι άνοιξαν, δεν μπόρεσαν όμως να θάψουν το κουράγιο, την ανδρεία και την αυταπάρνηση των αγωνιστών της Καισαριανής. Διακόσιοι θάνατοι, που ανάστησαν τη φλόγα για τη λευτεριά...
Κάθε χρόνο, στο Σκοπευτήριο, τον ιερό εκείνο τόπο της θυσίας των αγωνιστών της πατρίδας, γίνεται προσκλητήριο νεκρών, φόρος τιμής σ' εκείνους, που δέχτηκαν περήφανα το θάνατο, για να μας θυμίζει το καθήκον μας, για να μην ξεχνάμε τις υποχρεώσεις μας...
«...Μόνο θυμηθείτε το αν η ελευθερία δε βαδίσει στα χνάρια του αίματός μας, εδώ θα μας σκοτώνουν κάθε μέρα. Γεια σας».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ - ΣΚΟΠΕΥΤΗΡΙΟ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ...